DictionaryForumContacts

   English
Terms for subject Law containing fix | all forms | exact matches only
EnglishGreek
concerted fixing of feesαπό κοινού καθορισμός των αμοιβών
to fix a lower minimum holdingορίζω χαμηλότερο ποσοστό συμμετοχής
irrevocable fixing of exchange ratesαμετάκλητος καθορισμός συναλλαγματικών ισοτιμιών
irrevocable fixing of exchange ratesαμετάκλητος καθορισμός των συναλλαγματικών ισοτιμιών
price-fixing clauseρήτρα σχετική με τον καθορισμό των τιμών