DictionaryForumContacts

   English
Terms for subject Electronics containing Latch | all forms | exact matches only
EnglishGreek
accumulative latching mechanical systemμηχανικό σύστημα συσσωρευτικής μανδάλωσης
counter latch-upκλείδωμα απαριθμητή
counter latch-upεμπλοκή απαριθμητή
latch-upασφάλιση
latch-upαποκλεισμός
latch-up eliminationαπομόνωση του φαινομένου του εγκλωβισμού
latch-up protectionπροστασία προς το φαινόμενο εγκλωβισμού
latching circuitκύκλωμα μανδάλωσης
latching circuitκύκλωμα εγκλωβισμού
latching currentρεύμα εγκλωβισμού
latching currentθυρίστορ
latching currentρεύμα αποκλεισμού
latching currentρεύμα αυτοσυγκράτησης
latching pointσημείο εγκλωβισμού
latching pointσημείο αποκλεισμού
latching voltageθυρίστορ
latching voltageτάση αποκλεισμού
latching voltageτάση εγκλωβισμού
shield latchμάνδαλο