DictionaryForumContacts

   English
Terms for subject Nuclear and fusion power containing safety | all forms | exact matches only
EnglishGreek
design safetyασφάλεια προβλεπόμενη από τον σχεδιασμό
Instrument for Nuclear Safety Cooperationμηχανισμός συνεργασίας στον τομέα της πυρηνικής ασφάλειας
nuclear criticality safetyασφάλεια κρισιμότητας
Operational Safety Analysis Review Teamομάδα εξέτασης της ασφάλειας λειτουργίας
Operational Safety Analysis Review Teamομάδα ελέγχου της ασφαλείας λειτουργίας
Operational Safety Assessment Review Teamομάδα εξέτασης της ασφάλειας λειτουργίας
Operational Safety Assessment Review Teamομάδα ελέγχου της ασφαλείας λειτουργίας
Operational Safety Review Teamομάδα εξέτασης της ασφάλειας λειτουργίας
Operational Safety Review Teamομάδα ελέγχου της ασφαλείας λειτουργίας
periodic safety reviewπεριοδική επανεξέταση ασφαλείας
safety elementστοιχείο εκτάκτου ανάγκης για τον έλεγχο της αντιδραστικότητας
safety memberστοιχείο εκτάκτου ανάγκης για τον έλεγχο της αντιδραστικότητας
safety stress testπυρηνική δοκιμή αντοχής
safety stress testδοκιμή αντοχής ασφαλείας
safety stress testδοκιμή αντοχής